Reviews Turkish Reviews

Κριτική Ταινίας: Μέρες Ξηρασίας (2022) του Εμίν Αλπέρ

Το να συνδυάζεις στοιχεία γουέστερν και νουάρ με δριμεία κοινωνικά σχόλια σε τουρκική ταινία δεν είναι κάτι που συναντάμε συχνά στον κινηματογράφο της χώρας. Είναι, όμως, αυτό ακριβώς που κατάφερε ο Εμίν Αλπέρ στις «Μέρες Ξηρασίας», μία ταινία εντυπωσιακή σε διάφορα επίπεδα.

Ο Εμρέ, ένας νέος και προσηλωμένος στους κανόνες εισαγγελέας έχει μόλις διοριστεί σε μια μικρή πόλη, όπου η έντονη ξηρασία έχει ως αποτέλεσμα την δημιουργία ρηγμάτων στην περιοχή, όπως χαρακτηριστικά απεικονίζει η πρώτη σκηνή της ταινίας. Σύντομα, και μετά από ένα κυνήγι αγριόχειρου εντός της πόλης, συνειδητοποιεί πως η έλλειψη νερού δεν είναι το μόνο πρόβλημα, εντύπωση που εντείνεται ακόμα περισσότερο την επόμενη μέρα, όταν ο Σαχίν, γιος του δημάρχου της πόλης, και ο οδοντίατρος φίλος του, τον επισκέπτονται στο γραφείο του. Η συμπεριφορά τους κυμαίνεται από «δουλική» έως απειλητική, αλλά ο σκοπός τους, να τον πάρουν με το μέρος τους, είναι προφανής. Αν και ο Μουράτ, ένας δημοσιογράφος της τοπικής εφημερίδας προειδοποιεί τον Εμρέ για το τι συμβαίνει, εκείνος καταλήγει ένα βράδυ σε ένα τραπέζι με τον Δήμαρχο, τον Σαχίν και τον οδοντίατρο, σε μία νύχτα πολύ πιο επεισοδιακή από όσο μπορούσε να περιμένει.

Ο Εμίν Αλπέρ σκηνοθετεί ένα άκρως στυλιζαρισμένο φιλμ, το οποίο ακολουθεί νεο-νουάρ, νεο-γουέστερν μονοπάτια, ενώ βρίσκει το απόγειό του στην γενικότερη ατμόσφερα προσανατολισμού και έντασης που χαρακτηρίζει την αφήγηση. Τα κύρια μέσα αυτής της προσέγγισης είναι δύο. Το πρώτο είναι τα πολλά τετ-α-τετ μεταξύ του Εμρέ και των Μουράτ και Σαχίν, με το πρώτο να διακατέχεται από μια αίσθηση μυστηρίου, μιας και ο σκοπός του δημοσιογράφου δεν είναι καθόλου προφανής και το δεύτερο από μία αίσθηση κινδύνου, καθώς οι δυο τους συμπεριφέρονται σαν άγρια ζώα που περιτρυγυρίζουν το ένα το άλλο, έτοιμα για επίθεση αλλά και επιφυλακτικά το ένα για το άλλο.

Το δεύτερο μέσο είναι οι αμφιβολίες του Εμρέ όσον αφορά τα γεγονότα της συγκεκριμένης νύχτας, με την έλλειψη σιγουριάς (που ουσιαστικά διακατέχει και το κοινό) για το τι συνέβη, και τον ρόλο που έπαιξε ο Μουράτ, και το συμβάν με την τσιγγάνα, να μπερδεύουν τα πράγματα με τον πιο ψυχαγωγικό τρόπο. Ακόμα περισσότερο, εφόσον τα γεγονότα είναι κρίσιμα για τον πραγματικό χαρακτήρα του πρωταγωνιστή. Στο ίδιο μοτίβο, και καθώς οι υπόλοιποι πρωταγωνιστές εκμετταλεύονται τις αμφιβολίες του, το σκληρό προσωπείο του καταρρέει σταδιακά εν μέσω της αυτοαμφισβήτησης και των συνεπειών της, σε ένα από τα καλύτερα στοιχεία της ταινίας. Το στοιχείο αυτό κερδίζει τα μέγιστα τόσο από την απόδοση του χαρακτήρα απο τον Σελαχατίν Πασαλί, που δίνει μια πραγματικά επιβλητική παράσταση στον ρόλο, όσο και από την σκηνοθεσία του Αλπέρ, και κυρίως τον τρόπο που αποδομεί τον χαρακτήρα του.

Και μιας και αναφερθήκαμε στις ηθοποιείες, οι αποδόσεις εδώ είναι όλες σε πολύ υψηλό επίπεδο. Ο Εκίν Κοτς ως Μουράτ εκπέμπει μια αίσθηση μυστηρίου από την πρώτη εμφάνισή του, ενώ οι αλληλεπιδράσεις του με τον Εμρέ χαρακτηρίζονται και από ένα διακριτικό στοιχείο ομοφυλοφιλικότητας, που προσθέτει ακόμα περισσότερο βάθος στην αφήγηση. Ο Ερόλ Μπαμπάογλου ως Σαχίν είναι ένας εξαιρετικός «κακός», με τον τρόπου που αλλάζει συνεχώς συμπεριφορά, από δουλική σε απειλητική, να είναι πραγματικά απολαυστικός.

Όσον αφορά την ιστορία σαν σύνολο, θα μπορούσαμε να πούμε πως ίσως ο Αλπέρ συμπεριέλαβε πάρα πολλά σχόλια και διαφορετικά στοιχεία αφήγησης, τα οποία, τελικώς, κάνουν το σενάριο να φαίνεται κάπως υπερβολικό. Την ίδια στιγμή όμως, ο τρόπος που τα συνδυάζει στην ταινία είναι άκρως συναρπαστικός, με αποτέλεσμα να αμβλύνει αυτό το πρόβλημα μέσω της ψυχαγωγίας που προσφέρει.

Η φωτογραφία του Χρήστου Καραμάνη είναι εντυπωσιακή στον τρόπο που παρουσιάζει το νουάρ στοιχείο στα εσωτερικά πλάνα, και το γουέστερν στα εξωτερικά, με την απεικόνιση των ρηγμάτων, την εισαγωγή και το φινάλε να είναι οι πιο αξιομνημόνευτες σκηνές μιας γενικότερα εξαιρετικής δουλειάς. Το μοντάζ των Οζκάν Βαρντάρ και Εϊτάν Ιπεκέρ δίνει στην ταινία ένα σχετικά γρήγορο τέμπο που ταιριάζει με την γενικότερη αισθητική της, ενώ τα «ονειρικά» φλασμπάκ είναι ιδανικώς τοποθετημένα.

Οι «Μέρες Ξηρασίας» είναι ένα εξαιρετικό φιλμ που συνδυάζει όλα τα στοιχεία του με τον πιο περίτεχνο τρόπο και μια ταινία που προσφέρει ισόποσα διασκέδαση και τροφή για σκέψη.

About the author

Panos Kotzathanasis

My name is Panos Kotzathanasis and I am Greek. Being a fan of Asian cinema and especially of Chinese kung fu and Japanese samurai movies since I was a little kid, I cultivated that love during my adolescence, to extend to the whole of SE Asia.

Starting from my own blog in Greek, I then moved on to write for some of the major publications in Greece, and in a number of websites dealing with (Asian) cinema, such as Taste of Cinema, Hancinema, EasternKicks, Chinese Policy Institute, and of course, Asian Movie Pulse. in which I still continue to contribute.

In the beginning of 2017, I launched my own website, Asian Film Vault, which I merged in 2018 with Asian Movie Pulse, creating the most complete website about the Asian movie industry, as it deals with almost every country from East and South Asia, and definitely all genres.

You can follow me on Facebook and Twitter.

Subscribe to Our Newsletter

>